Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Κάτι άλλαξε



 Something Changed, Μιλένα Δημητροκάλλη (2015)


Το καλοκαίρι επισκέφτηκα την Tate Modern, στο Λονδίνο, και συγκεκριμένα την έκθεση «Ποίηση και όνειρο» (Poetry and Dream). Η πρώτη αίθουσα, η οποία «προλόγιζε», είχε στόχο, δηλαδή, να σε προετοιμάσει γι  αυτά που επρόκειτο να δεις, παρουσίαζε τα έργα δύο καλλιτεχνών: του Giorgio de Chirico (με έργο του 1913) και του Jannis Kounellis (με έργο του 1979). Ήθελαν έτσι να δείξουν την εξέλιξη της Τέχνης με δύο καλλιτέχνες, οι οποίοι είχαν μεν κοινές καταβολές (ο ντε Κίρικο έζησε στην Ελλάδα κι επηρεάστηκε πολύ από τον ελληνικό πολιτισμό), απείχαν, όμως, χρονικά ο ένας από τον άλλο.

Η αβεβαιότητα του ποιητή, Τζόρτζο ντε Κίρικο, 1913

Πέρα απ’ το ότι ένοιωσα μια κάποια ικανοποίηση, βλέποντας σαν εισαγωγή σε μια σπουδαία έκθεση (με έργα Νταλί, Πικάσσο, Έρνστ, Μιρό, Τζιακομέτι κλπ) δύο «ελληνικά» έργα, ο τρόπος με τον οποίο ο κάθε καλλιτέχνης έβλεπε τον κόσμο και τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιούσε, σ’ έβαζε σε σκέψεις για τους δρόμους, μέσα απ’ τους οποίους η Τέχνη εξελίσσεται κι αλλάζει.

Χωρίς τίτλο, Γιάννης Κουνέλλης, 1979



Όταν πριν από μερικές μέρες η Μιλένα Δημητροκάλλη  μου έστειλε τα νέα έργα της, σκέφτηκα πως η διεργασία αυτή που παρατηρούμε στο σύνολο της Τέχνης, συμβαίνει και μέσα από την εξέλιξη του κάθε καλλιτέχνη χωριστά.

Την πρώτη φορά που είδα τη δουλειά της, μου έκανε εντύπωση η ζωντάνια κι ο αυθορμητισμός της ζωγραφικής της, η ευφορία που ένοιωθα μπροστά στα έργα της. Γι αυτό και της είχα ζητήσει να κάνουμε μια συνέντευξη για το μπλογκ (εδώ). Από τότε η Μιλένα κρατά την επαφή και μου στέλνει τα νέα της (Μπορείτε να δείτε περισσότερα έργα της εδώ.)  

Επειδή, λοιπόν, είδα μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο που ζωγραφίζει, σκέφτηκα να κάνουμε μια δεύτερη συνέντευξη για να διερευνήσουμε τον τρόπο, με τον οποίο  συντελείται κάτι τέτοιο.

Simple Things, Μιλένα Δημητροκάλλη (2013)

  1. Μιλένα, «κάτι άλλαξε». Ξεκίνησες από τα «απλά πράγματα», όπου κυριαρχούσε το ένστικτο, θα έλεγα. Πέρασες στα γραμμικά, όπως το Esteemed Symmetry, σε μια προσπάθεια να βάλεις, ίσως, τα απλά αυτά πράγματα σε τάξη, να οριοθετήσεις καταστάσεις και τώρα βλέπω στα νέα σου έργα, ένα από τα οποία τιτλοφορείς Something Changed,  μια προσπάθεια συγκερασμού των δύο τάσεων με έναν –  επίτρεψε μου τον όρο -  «ελεγχόμενο αυθορμητισμό». Συμβαίνει, πράγματι, κάτι τέτοιο;


Esteemed Symmetry, Μιλένα Δημητροκάλλη (2015)
Τα απλά πράγματα στη ζωή, με τα οποία έχουν ασχοληθεί και για τα οποία έχουν γράψει αρχαίοι και νεότεροι φιλόσοφοι είναι αυτά που πάντα κυρίως με απασχολούσαν.  Έχοντας όμως διαβάσει αρκετά πάνω σε αυτό το θέμα, κάποιος, μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι η απλότητα δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί σαν τρόπος σκέψης και ζωής, αλλά σίγουρα αξίζει κάθε προσπάθεια προς αυτή τη κατεύθυνση.  Σε αυτή την κατεύθυνση, επιλέγω να κινούμαι κι εγώ.  Η ελευθερία, η αγάπη, η αρμονία, η αξιοπρέπεια, η ευγένεια, η καλοσύνη, η εσωτερική μου αλήθεια είναι κάποιες από τις επιλογές που χρόνια προσπαθώ να ακολουθώ και βοηθούν στο να χτίζω την απαραίτητη γνώση για το παρακάτω της ζωής που θα ήθελα να έχω.
 Η απλότητα αυτή, αρχικά λειτούργησε σε ενστικτώδη μορφή μέσα μου, εν συνεχεία έβαλε σε τάξη, σχεδόν με μαγικό τρόπο, τα πιο σύνθετα θέματα που με απασχολούσαν και τα δύο τελευταία χρόνια με οδήγησε σ’ ένα άλλο επίπεδο χαρίζοντάς μου γαλήνη, σοφία και χαρά.  Είναι μία πολύ όμορφη διαδικασία που σε κάνει να νοιώθεις ότι κάτι έχει αλλάξει μέσα σου και σίγουρα έπεται συνέχεια.

  1. Στη λογοτεχνία υπάρχει μια κατηγορία μυθιστορημάτων που λέγονται «ενηλικίωσης» (Bildungsroman) και στα οποία, μέσα από την πλοκή, διαμορφώνεται ο χαρακτήρας ενός ήρωα. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η ενασχόληση σου με τη ζωγραφική είναι μια διαδικασία ενηλικίωσης;  
 Η ζωγραφική συντελεί σε ένα μεγάλο βαθμό στη διαδικασία αυτή της «ενηλικίωσης» με την έννοια του μέσου έκφρασης, αλλά πιστεύω ότι η αφετηρία βίσκεται στις εμπειρίες της ίδιας της ζωής.  Μέσα από την παρακολούθηση των όσων συμβαίνουν μέσα μας και την παρατήρηση των όσων συμβαίνουν στον κόσμο δίνεται η ευκαιρία, η ευλογία θα έλεγα, να αγγίξει κανείς μία γνώση που αυτόματα σε εξελίσσει σε καλύτερο άνθρωπο.  Εξερευνώντας τα βαθύτερα συναισθήματα και το νόημα της ζωής, τις αξίες, αποκτά κάποιος μία πιο υγιή αίσθηση του ποιος είναι, τι θέλει και πως μπορεί να συνεισφέρει στους άλλους.
  
  1. Μπορείς να προσδιορίσεις τι είναι εκείνο που σε οδηγεί στις αλλαγές αυτές;
 Νομίζω το ότι πάντα διάλεγα να ακούω την εσωτερική μου φωνή, την καρδιά μου και τη διαίσθησή μου και να έχω το θάρρος να τα ακολουθώ, αποδεχόμενη τα ρίσκα και τις συνέπειες τους.  Σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο.  Το εύκολο και το κοινωνικά αποδεκτό δεν με αφορούσαν ποτέ. 
  
  1. Σ’ αυτά τα δύο χρόνια υπήρξες αρκετά δραστήρια. Μπορείς να μας πεις τις σπουδαιότερες δράσεις, αυτές που θεωρείς σταθμούς στην πορεία σου;
 Τα τελευταία δύο χρόνια έχω συμμετάσχει σε δεκαοχτώ ομαδικές εκθέσεις ενώ έχω παρουσιάσει τη δουλειά μου σε δύο ατομικές.  Δεν θέλω να ξεχωρίσω κάποιες, γιατί η κάθε μία είχε τον χαρακτήρα της και η συμμετοχή μου σ’ αυτές μου έδωσε μεγάλη χαρά.  Αρκετές είχαν φιλανθρωπικό χαρακτήρα π.χ. για τα παιδικά χωριά ΣΟΣ και τους άστεγους, άλλες πραγματοποιήθηκαν σε μουσεία κι άλλες στο εξωτερικό
  
  1. Είσαι πολύ παραγωγική. Από πού πηγάζει αυτή η ζωντάνια;
 Θα ακουστεί ίσως τετριμμένο, αλλά η ζωντάνια πηγάζει από την ίδια την αγάπη για τη ζωή.  Αν δεν είμαστε παραγωγικοί όσο είμαστε σε θέση να δημιουργούμε πότε θα γίνουμε;  Σημασία έχει να μην αναλωνόμαστε μόνο στην ρουτίνα της καθημερινότητας η οποία πολύ βολικά μπορεί να γεμίσει τη μέρα μας, αλλά να βγαίνουμε έξω απ’ αυτή και να ψάχνουμε τι υπάρχει πιο πέρα για εμάς και να το ζούμε.   
   
Μιλένα Δημητροκάλλη

  1. Ποια θέση δίνεις στην Τέχνη μέσα στη ζωή σου;
 Μία πολύ μεγάλη θέση, όπως πιστεύω ότι της αξίζει.  Όπως στη φιλία και στην οικογένεια.  Όπως σε οτιδήποτε άλλο έχει νόημα για μένα.  Όλα, «τρέχουν» σε ισοδύναμες παράλληλες τροχιές και είμαι ευγνώμων που υπάρχουν στη ζωή μου.

  1. Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
 Αυτή την περίοδο, 1-18 Οκτωβρίου, παρουσιάζω τη νέα μου δουλειά στη γκαλερί Melkart στο Παρίσι.  Είναι η τρίτη ατομική μου έκθεση στη ζωγραφική και είμαι πολύ χαρούμενη για τη συνεργασία αυτή.  Παράλληλα, για το επόμενο έτος, έχει δρομολογηθεί η συμμετοχή μου σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.



Εύχομαι στη Μιλένα καλή επιτυχία στο Παρίσι. Η συνομιλία μας, όμως,  οδηγεί στη διαπίστωση, όπως άλλωστε το υποψιαζόμαστε,  ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο «απλά»…
Η Τέχνη εξελίσσεται μέσα από πολύπλοκα μονοπάτια, τα οποία περνούν απ’ την καρδιά κάθε δημιουργού, διακλαδώνονται ανάλογα με τις εμπειρίες, αλλά και τις ευαισθησίες του, και καταλήγουν σε πολλές μικρές έλικες, σαν της κληματαριάς, με τις οποίες αγκιστρώνεται στο χώρο και στο χρόνο και προχωρά. Σημαντικό στη διαδικασία αυτή είναι οι κεραίες του δημιουργού, οι οποίες πιάνουν τις μεταβολές που συμβαίνουν γύρω του και τις μετασχηματίζουν σε έργα, ενώ ταυτόχρονα συντελείται και μια αλλαγή εντός του.
Το ζητούμενο είναι ο μετασχηματισμός αυτός να χαρίσει στον καλλιτέχνη «γαλήνη σοφία και χαρά», όπως μας λέει κι η Μιλένα, και να τον βοηθήσει να αντλήσει δύναμη από τους εσωτερικούς του πόρους.

Πώς νοιώθουμε, όμως, εμείς, οι αποδέκτες, απέναντι σ’ αυτή την εξέλιξη της Τέχνης; 
Αν μια νέα γυναίκα  μας λέει ότι η ζωντάνια κι η παραγωγικότητά της πηγάζει απ’ την αγάπη της για ζωή, ας δούμε τι μας λέει ένας μεγάλος  Έλληνας στοχαστής, ο Ευάγγελος Παπανούτσος, στην «Αισθητική» (Ίκαρος, 1948, σ. 82):
«Πραγματικά, τίποτα δεν ενδιαφέρει, δεν συγκινεί  περισσότερο έναν ζωντανό άνθρωπο από την ίδια τη ζωή. Και η ζωή παρουσιάζεται σε άπειρες μορφές, βρίσκεται σε αδιάκοπη κίνηση. Το νέο, το αλλιώτικο, το άγνωστο παίρνει κάθε στιγμή τη θέση του παλιού, του συνηθισμένου, του γνώριμου. Αυτή η μεταβολή ζεσταίνει το είναι μας, δεν το αφήνει να παγώσει στην ακινησία που είναι ένα άλλο  όνομα του θανάτου. Η Τέχνη μας δείχνει τη ζωή στην απεριόριστη έκταση και  έντασή της, στην απεραντοσύνη της μέσα στο χώρο και στο χρόνο

Ας αφήσουμε, λοιπόν,  τη φαντασία μας ελεύθερη κι ας προσπαθήσουμε ν’ ακολουθήσουμε τον κάθε δημιουργό μέσα από τα δικά του μονοπάτια - τα οποία χαράζει με νέες προσεγγίσεις,  φρέσκες ιδέες και πρωτότυπα εκφραστικά μέσα - στις μοναδικές συγκινήσεις  που μας προσφέρει η Τέχνη, σε κάθε εποχή, απλώνοντας μπροστά στα μάτια μας την ίδια τη ζωή, «στην απεραντοσύνη της μέσα στο χώρο και στο χρόνο».





Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

Η μαγεία των σινεμά


Πέρσι, αρχές του Σεπτέμβρη, ξεκίνησα να γράφω το παρακάτω κείμενο:
"Πριν από λίγα χρόνια πήγαμε, με μια φίλη μου, να παρακολουθήσουμε μια ταινία σε μια αίθουσα μούλτιπλεξ. Επειδή είχαμε καθυστερήσει λίγο, μπήκαμε βιαστικά στη σκοτεινή αίθουσα, ενοχλήσαμε κάποιους για να καθίσουμε και πέρασε λίγη ώρα μέχρι να αντιληφθούμε ότι παρακολουθούσαμε άλλη ταινία απ’ αυτήν που ήρθαμε να δούμε. Είχαμε μπει σε λάθος αίθουσα!
Ναι, παίζει ρόλο κι η ηλικία, είμαι σίγουρη, πως οι νέοι δεν θα πάθαιναν κάτι τέτοιο. 
Από τότε, όμως, οι αίθουσες αυτές μου αφαιρούν κάτι από την ευχαρίστηση που προκαλεί η παρακολούθηση μιας ταινίας κι όσο μπορώ τις αποφεύγω. Πιστεύω, πως όλο το στήσιμο τους είναι τέτοιο, που σε κάνει να χάνεις ένα μέρος της μαγείας του «πηγαίνω σινεμά» και τις κάνει ψυχρές κι απρόσωπες, τουλάχιστον σ’ εμάς, που γνωρίσαμε τα παλιά σινεμά.
Διάβαζα, πριν από λίγο καιρό, στο βιβλίο του Ρομπέρτο Μπολάνιο κάποιες παρόμοιες σκέψεις και τώρα, μόλις μπήκε ο Σεπτέμβρης τις ξαναθυμήθηκα. Γιατί κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, περιμέναμε με αγωνία να κατέβουν από τη μαρκίζα οι αφίσες με την ομπρέλα πάνω στην οποία έπεφταν μερικές σταγόνες βροχής και την επιγραφή  «Ραντεβού τον Σεπτέμβριο» και ν’ αρχίσουν οι προβολές των νέων ταινιών. Αυτά στην Αθήνα, βέβαια, γιατί στην Πόλη οι κινηματογράφοι δεν έκλειναν το καλοκαίρι, αλλά έπαιζαν δύο ταινίες μ’ ένα εισιτήριο, κι είχες την ευκαιρία να δεις ταινίες του χειμώνα μαζί με νέες παραγωγές.

Γράφει, λοιπόν, ο Μπολάνιο στο  «2666», (Άγρα, 2011) :

«Ήταν ωραίες εκείνες οι αίθουσες, ήταν τα αληθινά σινεμά, έμοιαζαν εκκλησίες, πανύψηλα ταβάνια, μεγάλες κουρτίνες σε χρώμα σκούρο βυσσινί, κολόνες, διάδρομοι με παλιά φθαρμένα χαλιά, πάλκο, καθίσματα πλατείας και θεωρεία, κτίρια χτισμένα την εποχή που το σινεμά ήταν ακόμα εμπειρία θρησκευτικού χαρακτήρα, καθημερινή αλλά και θρησκευτική, που σιγά σιγά τα γκρέμισαν για να χτίσουν τράπεζες ή σούπερ μάρκετ ή τις πολλαπλές αίθουσες σινεμά….  ….Στο χώρο ενός παλιού αληθινού κινηματογράφου χωράνε εφτά μικρές μοντέρνες αίθουσες. Μπορεί και δέκα. ΄Η δεκαπέντε, εξαρτάται. Και δεν υπάρχει πια εκείνη η αίσθηση αβύσσου, δεν υπάρχει πια εκείνος ο ίλιγγος πριν από την αρχή μιας ταινίας…»

Το απόσπασμα αυτό μου έφερε στο μυαλό τις παλιές αίθουσες κινηματογράφου της Πόλης. Γιατί αυτόν τον ίλιγγο τον αισθανόμουν από τη στιγμή που πέρναγα το κατώφλι ακόμη του σινεμά. Όταν, στην Πόλη, έμπαινα στο φουαγιέ του «Γενί Μελέκ» για να δω τον «Γατόπαρδο (Leopar, όπως ήταν ο τίτλος στα Τουρκικά)» του Βισκόντι, και σηκώνοντας το κεφάλι, έβλεπα τον εαυτό μου στους καθρέφτες της οροφής. Αν δε, είχα εξασφαλίσει θέση και στον μεσαίο εξώστη, το Kulup, τότε η συγκίνηση ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Όταν περνούσα το κατώφλι του αριστοκρατικού "Κονάκ", στο Νισάντας, το οποίο αναφέρει κι ο Ορχάν Παμούκ στα έργα του και το οποίο, σήμερα, δεν υπάρχει πια.
Όταν ανέβαινα τα σκαλιά για το υπέροχο "΄Ατλας" με τους δύο εξώστες και τα θεωρεία, όπου έπαιζαν ταινίες γουέστερν, κυρίως.

Το κτίριο που στέγαζε τον κινηματογράφο "Άτλας"
Ακόμη και το σκοτεινό "Σαράι" είχε τη γοητεία του. Εκεί είδα τη «Σιωπή» του Μπέργκμαν, μαζί με την μαμά μου, η οποία δεν μπορούσε να κρύψει την αμηχανία της.

Η αίθουσα, όμως, που με γοήτευε κι ήταν η αγαπημένη μου ήταν το Εμέκ.

Η αίθουσα του "Εμέκ" με τον εξώστη

Το σινεμά αυτό, για το οποίο οι θαυμαστές του – κι όχι μόνον αυτοί – κινητοποιήθηκαν όταν επρόκειτο να κατεδαφιστεί για να γίνει στη θέση του εμπορικό κέντρο, το περιγράφω και στις «Ποδηλάτισσες».

Το "Εμέκ"
Από τις αθηναϊκές αίθουσες, όσες πρόλαβα εγώ, μόνο το "Αττικόν", το οποίο δυστυχώς δεν υπάρχει πια, μπορούσε να συγκριθεί με τα σινεμά αυτά της Πόλης, πολλά εκ των οποίων είχαν μια παρόμοια μοίρα. Άλλοτε οι φωτιές του παραλογισμού, άλλοτε ο πυρετός της «προόδου», στην Ελλάδα, στο Μεξικό ή στην Τουρκία,  κάνουν στάχτη το παλιό περιμένοντας από την τέφρα να βγει το θαυμαστό καινούριο. Μόνο που το νέο  δεν μπορεί - και δεν θέλει - να μας προσφέρει τη μαγεία του παλιού και στην εποχή μας, αργά αλλά σταθερά, συντελείται πια μια «απομάγευση». 

Το "Αττικόν"

Αυτή έχει κολλήσει στο παρελθόν, θα πουν οι νεότεροι.
Σωστά.
Γιατί, πώς να σου λείψει η μαγεία, αν δεν την έχεις γνωρίσει;"

Θυμήθηκα το κείμενο αυτό, φέτος, όταν, πριν από λίγες μέρες, πήγαμε με φίλους στο Cine Paris, στην Πλάκα. Ευτυχώς, σκέφτηκα, που έχουμε τα θερινά σινεμά, όταν καθίσαμε και είδα δίπλα μας τον φωτισμένο βράχο της Ακρόπολης κι ένα μισοφέγγαρο να αιωρείται από πάνω του, κι αποφάσισα να συνεχίσω το κείμενο, από κει που το είχα αφήσει.
Γιατί, πράγματι, τα θερινά σινεμά δεν έχουν «απομαγευτεί».


Ευτυχώς, λοιπόν, που υπάρχουν τα θερινά σινεμά με το ποπ κορν, με τις κρύες μπύρες και  τα παγωτά. Αυτά που μας προσφέρουν μια ανάσα, μια προσιτή ψυχαγωγία, μια ευκαιρία να δούμε όσες καλές ταινίες χάσαμε το χειμώνα. Τα θερινά σινεμά, τα οποία, στις υπέροχες ταράτσες με θέα, στις καταπράσινες και φροντισμένες αυλές με τη γλάστρα του βασιλικού σε κάθε τραπεζάκι, στα δροσερά, αερικά υπερώα, όπου, ακόμα και με καύσωνα, θα χρειαστείς κάτι να ρίξεις στους ώμους σου, διατηρούν μια δική τους μαγεία. Αυτή τη μαγεία, φαίνεται, ευτυχώς, να την εκτιμούν και οι νεότεροι.
Κι επειδή τα βράδια του Σεπτέμβρη είναι αρκετά ζεστά, για όσους επιθυμούν να γευτούν λίγη ακόμα απ' αυτή τη μαγεία εδώ θα βρείτε  τα θερινά σινεμά της Αττικής, κι εδώ της Θεσσαλονίκης.

Αφού είχα ανεβάσει αυτή την ανάρτηση, έγιναν τα εγκαίνια μιας έκθεσης με τίτλο "Μεγάλη Οθόνη", όπου σημαντικοί σύγχρονοι καλλιτέχνες εκθέτουν έργα τους με θέμα τα θερινά σινεμά αλλά και έργα εμπνευσμένα από ταινίες. Πληροφορίες εδώ