Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

Ίμβρος, η γαλανή


Έγραφα στις ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΣΕΣ (Ωκεανίδα, 2004) για την ηρωίδα μου, τη Μαργαρίτα, η οποία έφευγε από τη μια πατρίδα την Τουρκία, για να εγκατασταθεί στην Ελλάδα:
«…Σηκώθηκε ξανά και κοιτάχτηκε στο καθρεφτάκι της. «Ποια είμαι; Τι είμαι;» αναρωτήθηκε. Πώς  να σχεδιάσει τον χάρτη της πατρίδας της, όταν η γεωγραφία μπερδεύεται με τη ζωή και την καρδιά; Πολίτης της Τουρκικής Δημοκρατίας, Ρουμ Ορτοντόξ, έλεγε το νουφούσι της και ήταν ρωμιά και Χριστιανή, πάνω απ’ όλα. Ευρωπαία ασφαλώς, συγχρόνως όμως και ανατολίτισσα, γέννημα και θρέμμα αυτής εδώ της γης… Κρίση ταυτότητας
Αυτή την κρίση ταυτότητας, λίγο ως πολύ την αισθάνονται όλοι όσοι έζησαν ή αναγκάστηκαν να ζήσουν σε δύο πατρίδες, όσοι νιώθουν  πως η μισή τους καρδιά είναι εδώ κι η άλλη μισή κάπου εκεί, πέρα, βρίσκεται…
Ένα ταξίδι ζωής του φίλου μας, του Γιώργου, από τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου σε Ίμβρο, Τένεδο και Πόλη με ιστιοπλοϊκό, μ’ έκανε να ξανασκεφτώ το θέμα αυτό και μου θύμισε πως στην πραγματικότητα έχω τρεις πατρίδες. Την Πόλη όπου γεννήθηκα κι έζησα πολλά χρόνια, την Ίμβρο, –τόπο καταγωγής της μητέρας μου – όπου έζησα αρκετά χρόνια κι όλα τα καλοκαίρια των παιδικών και νεανικών μου χρόνων και την Ελλάδα, που με δέχθηκε και μ’ αγκάλιασε.
Το ταξίδι του Γιώργου ξύπνησε πάλι τη νοσταλγία, που κοιμάται μέσα μας, ενώ νομίζουμε ότι έφυγε. Αυτή όμως, είναι εκεί και με το παραμικρό σκούντημα, πετάγεται πάνω αλαφιασμένη: «Εδώ είμαι, καλέ, απλά με πήρε λίγο ο ύπνος», λέει ένοχα, κάθε φορά.
Γι αυτό αποφάσισα η σημερινή ανάρτηση να είναι αφιερωμένη στην Ίμβρο, όπου βρίσκεται το ένα τρίτο της καρδιάς μου. Όταν έφυγα από κει, δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν μου στοίχισε τόσο, όσο μου στοίχισε ο αποχωρισμός από την Πόλη. Έλεγα πως η πατρική πλευρά με τραβούσε προς την Πόλη, αν κι ο πατέρας μου αγάπησε την Ίμβρο πολύ περισσότερο απ’ τη μητέρα μου.
Μετά από χρόνια, όμως, όταν με τον σύζυγό μου κάναμε ένα ταξίδι στη Σαμοθράκη, μόλις το αυτοκίνητο έστριψε σε μια στροφή και φάνηκε στο βάθος μια γαλάζια κυματιστή σιλουέτα, η καρδιά μου άρχισε να χτυπά πιο γρήγορα και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα.
«Η Ίμβρος», του είπα.
«Μα πώς το ξέρεις, μπορεί να είναι η Λήμνος», μου είπε.
Η Ίμβρος, όπως φαίνεται από την παραλία Κήπων της Σαμοθράκης

Ήταν η Ίμβρος! 
Τότε, κοιτώντας από μακριά αυτή τη γαλανή λουρίδα ξηράς, κατάλαβα πόσο αγαπούσα αυτό το νησί, με μια αγάπη που κοιμόταν μέσα μου για χρόνια, και τότε αποφάσισα να γράψω τις Ποδηλάτισσες για να περιγράψω πώς ζούσαμε εκεί και γιατί φύγαμε.

Ειδική περίπτωση η Ίμβρος κι η Τένεδος.
Ελληνικότατα νησιά, βρέθηκαν, τότε που οι μεγάλοι μοίραζαν τους μικρούς, όπως τους συνέφερε, στην Τουρκία. Ναι, υπήρχε μια διεθνής συνθήκη, η Συνθήκη της Λοζάννης, η οποία όριζε πώς θα διοικούνται τα νησιά, με όρους ευνοϊκούς για τους Έλληνες, αλλά…
Ένας χάρτης του νησιού ζωγραφισμένος από τον πατέρα μου Νίκο Παλαιόπουλο (Paleo)

Η Ίμβρος, λοιπόν και ό,τι θυμάμαι απ’ αυτήν…

Θάλασσα! Άγρια θάλασσα, βαθιά, σε σκούρο μπλε με μεγάλα κύματα που σκάνε στα βράχια. Αλλά και απέραντες αμμουδιές, γαλάζια ήρεμα νερά. Εκεί, όπου μάθαμε να κολυμπάμε... Κι αν το αλάτι τσούζει τα μάτια περισσότερο απ’ τις θάλασσες της Πόλης, στην Ίμβρο υπάρχει και φυσικό ντους, για μετά το μπάνιο! 

Βουνά! Απρόσιτα κάποια και γυμνά, κι άλλα δασωμένα και φιλόξενα με τρεχούμενα νερά, όπως  η Σπηλιά και η Αρασιά, το αγαπημένο μου βουνό. Ένα από τα καλύτερα δώρα που δέχτηκα ποτέ, ήταν ένα δεμάτι ρίγανης από την Αρασιά, που μου έφερε η φίλη μου, η Μαγδαληνή. Το μύριζα και δεν χόρταινα να ρουφάω αναμνήσεις.


Ελιές, αμπέλια, βελανιδιές – ρουπάκια στα ιμβριώτικα - , αμυγδαλιές, συκιές, απιδιές, κυδωνιές…
Είχαμε δύο αμπέλια, το ένα έβγαζε επιτραπέζια "τσαούσια" και το άλλο μαύρα για κρασί. Το πρώτο, το απαλλοτρίωσαν και έμεινε το δεύτερο για να παρηγοριέται ο πατέρας μου, να έχει να σκαλίζει και να κλαδεύει... Μέχρι που το χάλασαν κι αυτό τα κοπάδια των εποίκων, και κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό, ο καημένος.

Ξωκλήσια! Εκτός από τις μεγάλες εκκλησίες σε κάθε χωριό, αναρίθμητα ξωκλήσια ξεφύτρωναν σε κάθε ραχούλα. Έλεγαν, αν και βρίσκω υπερβολικά μεγάλο τον αριθμό,  πως υπήρχαν τριακόσια εκκλησάκια διάσπαρτα σ’ όλο το νησί!

Χωριά! Επτά όμορφα χωριά με ελληνικότατα ονόματα, Παναγία, όπου ήταν και το σπίτι μας, Σχοινούδι, Αγρίδια, Αγιοι Θεόδωροι, Γλυκύ, Κάστρο, Ευλάμπιο - το χωριό της μαμάς. 

Αγρίδια

Άγιοι Θεόδωροι
Η Αγία Βαρβάρα στο Ευλάμπιο
Το  παλιό λιμάνι του Κάστρου με τον Αϊ Νικόλα 

Άνθρωποι! Φιλήσυχοι άνθρωποι που καλημέριζαν γνωστούς κι αγνώστους με χαμόγελο. Όταν αργότερα η Ίμβρος εποικίστηκε, η γιαγιά μου εξακολουθούσε να καλημερίζει ακόμα και τους κατάδικους των αγροτικών φυλακών που χτίστηκαν στο νησί, οι οποίοι κυκλοφορούσαν ελεύθεροι στα χωριά:
«Καλημέρα σας», τους έλεγε χαμογελώντας και μετά από λίγο άρχισαν κι εκείνοι να τη χαιρετούν: «Καλημέρα, μαντάμ».

Πανηγύρια! Λειτουργία στην εκκλησία ή στο ξωκλήσι που γιόρταζε, κιλίμια και κουρελούδες στρωμένα χάμω, φαγητά, κρασί και μετά βιολιά και σαντούρια και χοροί κυκλοτεροί και …ειδύλλια…

Και μετά όλα άλλαξαν. Η πολιτική, όρμησε για άλλη μια φορά στη ζωή του νησιού και σάρωσε ό,τι είχε απομείνει όρθιο.
1964: Η κυβέρνηση αποφασίζει να κλείσει τα ελληνικά σχολεία. Το πρώτο χτύπημα, καίριο, όμως. Οι Ίμβριοι έδιναν πάντα μεγάλη σημασία στη μόρφωση, στα γράμματα. Τότε ξαναγύρισα κι εγώ στην Πόλη, για να συνεχίσω το Γυμνάσιο.
Το ερειπωμένο σχολείο των Αγίων Θεοδώρων
Μετά ήρθε ο στρατός, οι αγροτικές φυλακές, οι απαλλοτριώσεις – για ένα κομμάτι ψωμί- , τα πράγματα αγρίεψαν.
Ο κόσμος άρχιζε να φεύγει.
Τα ξωκλήσια έγιναν στάβλοι…, τα βιολιά και τα σαντούρια σίγησαν…Ερήμωση…

Μέχρι και το τουρκικό όνομα της Ίμβρου  - Imroz - αλλάζει σε Gokceada (Γκιοκτσέαντα), για να μην παραπέμπει σε κάτι ελληνικό, ακριβώς όπως στο θεατρικό έργο «Μεταφράσεις» του Ιρλανδού Μπράιαν Φρίελ, οι Άγγλοι καταβάλλουν προσπάθεια  για να μεταφραστούν στα Αγγλικά όλα τα ιρλανδικά τοπωνύμια, υποδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό, ποιος είναι ο κυρίαρχος, ενώ ταυτόχρονα  καταδικάζουν τη ιρλανδική γλώσσα στη λήθη. 
Άρα, αυτό που διακυβεύεται και στην Ίμβρο είναι πλέον η διατήρηση ζωντανής της μνήμης. 
Φωτογραφία του Γιώργου από την πρωτεύουσα, την Παναγία

Σήμερα, που στο νησί, τουλάχιστον στην πρωτεύουσα,   ελάχιστα πράγματα, - ίσως μόνον η εκκλησία και η Μητρόπολη - θυμίζουν ελληνισμό, κάποιοι προσπαθούν να μην σβήσουν οι μνήμες. 
Κάθε καλοκαίρι το νησί ανασταίνεται, τα έθιμα αναβιώνουν. Οι Ίμβριοι της διασποράς δεν ξεχνούν τον τόπο τους, οι Σύλλογοι κάνουν διαβήματα. 
Θα ανοίξει πάλι ένα ελληνικό σχολείο, κι ας είναι τα παιδιά ελάχιστα… 
Σπίτια  ανακαινίζονται, ξωκλήσια αναστηλώνονται... 
Κάποιοι μπορεί να επιστρέψουν. Υπάρχει μια ελπίδα πως κάτι, ίσως, αρχίζει να ζωντανεύει…
Ο φίλος μου ο Γιώργος, όμως,  όταν έφτασε στην Ίμβρο με το σκάφος του, με πήρε τηλέφωνο και μου ανακοίνωσε: «Είμαστε στο Κουζού λιμάνι!».
Πώς να ξέρει, ότι η τοποθεσία λεγόταν παλιά Άγιος Κήρυκος, απ’ το ομώνυμο εκκλησάκι, το οποίο δεν γνωρίζω αν στέκει ακόμα εκεί… 

Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα για την Ίμβρο:  Σύλλογος Ιμβρίων 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου