Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

Βιολόγοι, ξενιτεμένοι, γράφουν


Σπούδασαν κι οι δυο Βιολογία. Βρέθηκαν κι οι δυο στην ξενιτιά για σπουδές ή για έρευνα κι έγραψαν λογοτεχνία, αποτυπώνοντας στα γραπτά τους τις εμπειρίες τους από την ζωή «έξω». Τα βιβλία τους εκδίδονται από τον ίδιο εκδοτικό οίκο και βραβεύτηκαν αμφότεροι ως πρωτοεμφανιζόμενοι στα ελληνικά Γράμματα.

Ποιοι είναι;

Στις χαμηλών τόνων, υψηλής ευαισθησίας «Ιστορίες του Χαλ» (Κίχλη, 2011), ο Γιώργος Μητάς μας μεταφέρει στην φαινομενικά ήρεμη πόλη Χαλ, όπου βρέθηκε για σπουδές, στις ακτές της Βόρειας Θάλασσας. Φωτίζει πλαγίως και μας αποκαλύπτει φέτες πραγματικότητας, σπαράγματα μόνο  απ’ όσα κρύβονται μέσα στα ομιχλώδη σκοτάδια αυτού του λιμανιού. Μας μιλά για τη μοναξιά, την αγάπη, την τρυφερότητα, την άγρια απελπισία και κερδίζει εμάς, καθώς και το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω (2012).


Με γοήτευσαν οι «Ιστορίες» του Μητά όταν τις πρωτοδιάβασα  (έχω ξαναγράψει γι αυτές, εδώ) και περίμενα πως θα υπάρχει μια καλή συνέχεια. Δεν διαψεύσθηκα. Το «Σπίτι» (Κίχλη, 2014), μια νουβέλα για την περιπέτεια της γραφής, προσφέρει το στοχασμό για τη διαδικασία της δημιουργίας, σασπένς μέσα από μια καλοστημένη πλοκή και την απόλαυση των ωραίων Ελληνικών του συγγραφέα. 

Γιώργος Μητάς


Ο Άκης Παπαντώνης  είναι ο νεώτερος εκ των δύο επιστημόνων (Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου πεζογράφου  του περιοδικού Διαβάζω, 2015). Βρέθηκε κι αυτός ως ερευνητής στην Οξφόρδη και στη νουβέλα του «Καρυότυπος» (Κίχλη, 2014), μας δίνει μια γροθιά στο στομάχι. 

Άκης Παπαντώνης

Ο ήρωας του, ένας Έλληνας βιολόγος, ο οποίος μετακομίζει στην Οξφόρδη για να εργασθεί ως ερευνητής σ’ ένα εργαστήριο, προσπαθεί να ανιχνεύσει τον δικό του εσωτερικό κόσμο, να διερευνήσει τα αδιέξοδά του. Το απαίσιο υπόγειο – κλουβί, μέσα στο οποίο ζει ο ερευνητής, αντικατοπτρίζει πλήρως την ψυχική κατάσταση του ενοίκου του. Με πολλές αναφορές στην επιστήμη του, ο Παπαντώνης μας μεταγγίζει μέσα από σκληρές εικόνες τον οίκτο, τη στοργή, - πιο σωστά - την αγάπη του γι αυτό το «χαμένο» παιδί. Η αφήγησή του έχει μια δύναμη τέτοια, ώστε ο αναγνώστης βουλιάζει μαζί με τον ήρωα στην απόγνωση, νιώθει την ορφάνια του,   υποφέρει με τις αναμνήσεις του και προσπαθεί μαζί του -  ανεπιτυχώς - να τις διώξει, «να σπρώξει έξω απ’ την πόρτα του  με τη σκούπα την ομίχλη που απλώνεται κάθε πρωί στο πάτωμα».


Αν και οι δύο βιολόγοι γράφουν με εντελώς διαφορετικό ύφος, όταν διάβασα το βιβλίο του Παπαντώνη, αμέσως σκέφτηκα τον Μητά. Ίσως, γιατί  και στους δύο η ζωή σε μια ξένη χώρα, σε συνδυασμό με την επιστημονική τους ενασχόληση, ευαισθητοποίησε κάποιες κεραίες τους. Ακόμη, δεχόμενοι πως  η παρατηρητικότητα είναι ένα προσόν απαραίτητο τόσο για την επιστημονική έρευνα, όσο και για τη συγγραφή, μπορούμε να υποθέσουμε πως η παρατήρηση ενός νέου περιβάλλοντος πυροδότησε κάτι που υπήρχε εντός τους και τους ώθησε να γράψουν  - για να ξαναδιαβάσουν τον εαυτό τους, την πραγματικότητα, τις απορίες τους, όπως λέει ο Παπαντώνης σε μια συνέντευξή του.

Εύχομαι και στους δύο καλή συνέχεια!